Μια ηλιόλουστη μέρα ξημέρωσε στην Αθήνα, στην περιοχή της Πετρούπολης. Η Μαρίνα, ένα δεκάχρονο κορίτσι, διάνοια στα Μαθηματικά, ξεκίνησε από νωρίς τα μαθήματά της. Ήταν Σάββατο κι έτσι είχε πολύ χρόνο, ώστε να τελειώσει νωρίς και να προλάβει να κάνει τις προετοιμασίες για το πάρτυ της το απόγευμα. Πήγε με τη μαμά της να αγοράσουν τα απαραίτητα από το σούπερμάρκετ και ύστερα στο ζαχαροπλαστείο για την τούρτα.
Όταν
ήρθε η ώρα για το πάρτυ, η Μαρίνα ήταν πολύ χαρούμενη γιατί τα είχε οργανώσει
όλα. Τα παιδιά άρχισαν να φεύγουν από το σπίτι της κατά τις δώδεκα και μισή κι
έτσι εκείνη κατά τις μία βρήκε χρόνο να ανοίξει τα χιλιάδες δώρα που της είχαν
φέρει οι συμμαθητές της.
Οι
γονείς της είχαν αποκοιμηθεί, όταν εκείνη άνοιγε και την τελευταία τσάντα.
Ξαφνικά, ένας ιπτάμενος δίσκος που με το φως του φώτιζε όλη τη γύρω περιοχή
προσγειώθηκε στο μπαλκόνι του σπιτιού της Μαρίνας. Ήταν στρογγυλός και είχε
τέσσερα τετράγωνα παράθυρα. Εκείνη, παραξενεμένη που κανείς δεν είχε καταλάβει
τίποτα, βάλθηκε να κοιτάζει το θεόρατο άνδρα που βγήκε από το δίσκο. Είχε
υπερφυσικό ύψος και φορούσε ασημένια, ολόσωμη στολή με ασημένιο κράνος και
μπότες. Μπήκε στο δωμάτιο της Μαρίνας μέσα από τη μπαλκονόπορτα, χωρίς να την
ανοίξει και της μιλούσε από το ανύπαρκτο στόμα του... Οι σκέψεις του πλάσματος
έλκυαν το δεκάχρονο κορίτσι που σαν υπνωτισμένο μπήκε μαζί του στο δίσκο και
ύστερα χάθηκαν στην αγκαλιά του μαύρου ουρανού.
Τις
επόμενες ημέρες συγγενείς και φίλοι ήταν σοκαρισμένοι από την αλλόκοτη εξαφάνιση
της Μαρίνας και ύστερα από χρόνια ο άδικος χαμός του κοριτσιού ξεχάστηκε.
Αντωνία, Ε2
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου